https://s.kathimerini.gr/resources/2020-05/29s1lg-thumb-large.jpg
Την απουσία τροχοφόρων, τα υπομονετικά υποζύγια, τα πιο καθαρά νερά όπου μπορεί να κολυμπήσει κανείς και άλλες αρετές της Υδρας επαινεί σε άρθρο της η Βρετανίδα συγγραφέας Πόλι Σάμσον (φωτ. Shutterstock).

Νοσταλγώντας μια τεμπέλικη εβδομάδα στην Υδρα

by

Πάνε εξήντα χρόνια από εκείνο το φθινόπωρο που ο Λέοναρντ Κοέν, 25 χρόνων τότε, αποβιβάστηκε στην Υδρα προκειμένου να αγοράσει ένα σπιτάκι και να αφιερωθεί στο γράψιμο. Τα υπόλοιπα είναι εν μέρει γνωστά: ο μποέμικος τρόπος ζωής εκπροσωπούνταν επάξια στο νησί από μια συντροφιά καλλιτεχνών, ζευγάρια όπως ο Τζορτζ Τζόνστον και η Τσάρμιαν Κλιφτ θα επιδίδονταν στην τέχνη της συγγραφής αλλά και της οικογενειακής τραγωδίας, ο ίδιος ο Κοέν θα παρηγορούσε τη Μαριάνε Ιλέν για τον χωρισμό της από τον συγγραφέα Αξελ Γένσεν (προτού την αποχαιρετήσει και ο ίδιος και της γράψει ένα υπέροχο τραγούδι) και, τέλος πάντων, το πνεύμα ηδυπάθειας, δημιουργικού οίστρου και καταχρήσεων των ’60s θα φανέρωνε για άλλη μία φορά όλες τις γοητευτικές και ολέθριες πτυχές του.

Πάνε έξι χρόνια από την πρώτη φορά που η Βρετανίδα συγγραφέας Πόλι Σάμσον βρέθηκε στην Υδρα. Τη μνημόνευσε εκείνη την επίσκεψη σε ένα άρθρο της που δημοσιεύθηκε προ ημερών στον Guardian, επισημαίνοντας ότι τότε δεν είχε ιδέα ότι επρόκειτο για το νησί όπου κάποτε είχε ζήσει ο Κοέν, η Μαριάνε κι οι αναχωρητές φίλοι τους: η Σάμσον λαχταρούσε απλώς μια τεμπέλικη εβδομάδα, κάτω από τη λιακάδα του Αργοσαρωνικού. Ωστόσο, η ζωή και η τέχνη είχαν άλλα σχέδια κι έτσι η Σάμσον θα έγραφε αργότερα ένα μυθιστόρημα με τίτλο «A theatre for dreamers», που κυκλοφόρησε τον Απρίλιο από τον Bloomsbury (στην Ελλάδα αναμένεται από τον Πατάκη), και καταπιάνεται με εκείνα ακριβώς τα χρόνια, εκείνους ακριβώς τους πρωταγωνιστές: αφηγήτρια είναι η νεαρή Ερικα που εφορμά για μια περιπέτεια στην Υδρα του ’60, συναντά τον Κοέν και την παρέα του, αλλά διαπιστώνει πως η περίφημη απελευθέρωση εκείνης της γενιάς αφορούσε περισσότερο τους καλλιτέχνες και λιγότερο τις μούσες τους.

https://s.kathimerini.gr/resources/toolip/img/2020/05/29/gkat_14_2905_page_1_image_0006.jpg

Τι κράτησε λοιπόν η Σάμσον από την Υδρα, τι αγάπησε τόσο, ώστε να την επαινέσει με το άρθρο της; Τι άλλο: τα πετεινάρια και τις καμπάνες που δεν σε αφήνουν να κοιμηθείς, αλλά τα συνηθίζεις· την απουσία τροχοφόρων, τα υπομονετικά υποζύγια, τους ψαράδες και τα μπαρμπούνια τους· τα πιο καθαρά νερά που μπορεί να κολυμπήσει κανείς ή τον ανεμόμυλο που της θύμισε τη Σοφία Λόρεν στην ταινία «Το παιδί και το δελφίνι»· το να περπατάς ξυπόλυτος επίσης, σε πέτρες λειασμένες από τα χρόνια: «Στο νησί ζουν κάποιες πραγματικά αρχαίες ψυχές, που αποδίδουν την καλή υγεία τους στα τριακόσια ή τετρακόσια σκαλιά που τους χωρίζουν από το σπίτι τους», γράφει η Σάμσον.

Την τελευταία φορά που βρέθηκε εκεί, ήταν πριν από δύο μήνες. Αν δεν έφευγε εγκαίρως, θα την προλάβαινε το lockdown. Ισως να αποδεχόταν μια τέτοια εξέλιξη, όπως μάλλον αποδέχθηκε όσα έμαθε για εκείνη τη συντροφιά του Κοέν: «Λατρεύω να χάνομαι στην Υδρα», κατέληγε το άρθρο της, «και λαχταρώ να συναντώ τα φαντάσματα του ’60».

Για περισσότερη αρθρογραφία, γίνετε συνδρομητής στην έντυπη Καθημερινή.