29 Μαΐου 1453: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης μέσα από την συγκλονιστική μαρτυρία του Γεωργίου Σφραντζή
Newsroom eleftherostypos.gr
«Οι Τούρκοι άρπαζαν και αιχμαλώτιζαν όσους συναντούσαν μπροστά τους, εκείνους που προσπαθούσαν να αντισταθούν τους έσφαξαν. Και η γη σε μερικά μέρη δεν φαινόταν καθόλου από τους πολλούς νεκρούς».
Πολλοί έχουν γράψει για την ‘Άλωση της Πόλης αλλά όταν μιλάμε για ιστοριογράφους της Αλωσης, δεν μπορεί να απουσιάζει ο σημαντικότερος εξ αυτών, ο Γεώργιος Σφραντζής ή Φραντζής, ο οποίος όχι μόνο ήταν παρών στις ιστορικές εκείνες στιγμές, αλλά και πρωταγωνίστησε στις προσπάθειες απόκρουσης των Οθωμανών.
Δεκαπέντε χρόνια μετά την Αλωση γράφει το «Μικρόν Χρονικόν» και το «Μεγάλο Χρονικόν» που αναφέρεται στις τελευταίες ημέρες της Βασιλεύουσας αλλά και της οικογένειας των Παλαιολόγων. Παρότι το έργο του υπέστη αρκετές αλλοιώσεις και παραχαράξεις τα επόμενα χρόνια, παραμένει από τις πλέον αξιόπιστες μαρτυρίες και μάλιστα από έναν πρωταγωνιστή των γεγονότων.
Σε αυτόν οφείλουμε το απόσπασμα από την τελευταία ομιλία του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου προς τους τελευταίους υπερασπιστές της Πόλης: «Γνωρίζετε πολύ καλά, αδελφοί μου, ότι είμαστε υποχρεωμένοι για τέσσερα πράγματα να πολεμήσουμε μέχρι θανάτου: πρώτο, για την πίστη και τη θρησκεία μας, δεύτερο, για την πατρίδα μας, τρίτο για το βασιλέα μας, τον εκπρόσωπο του Κυρίου και, τέταρτο, για τους συγγενείς και φίλους μας. Λοιπόν, αδελφοί μου, αν θέλουμε να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για ένα από αυτά τα τέσσερα ιδανικά, πρέπει να είμαστε πολύ περισσότερο πρόθυμοι να δώσουμε τη ζωή μας και για τα τέσσερα μαζί».
Ο τελευταίος αυτοκράτορας της βυζαντινής αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος
Σε αυτόν ανήκουν και οι ανατριχιαστικές περιγραφές των τελευταίων στιγμών της Πόλης: «Υστερα οι εχθροί ανέβηκαν σωρηδόν στα τείχη και διασκόρπισαν τους δικούς μας. Εγκατέλειψαν τα εξωτερικά τείχη και έμπαιναν από την πύλη καταπατώντας ο ένας τον άλλον. Αυτά γίνονταν όταν σηκώθηκε φωνή και από μέσα και από έξω και από τη μεριά του λιμανιού: Εάλω το φρούριον και τα στρατηγεία και τη σημαία άνωθεν εν τοις πύργοις έστησαν (οι Τούρκοι) και αυτή η κραυγή έτρεψε τους δικούς μας σε φυγή και ζωντάνεψε τους εχθρούς μας, οι οποίοι με ενθουσιασμό και με αλαλαγμούς, χωρίς πια κανένα φόβο, ανέβαιναν όλοι τους στα τείχη. (…) Ετσι οι εχθροί κυρίευσαν όλη την Πόλη στις 29 Μαΐου, ημέρα Τρίτη, τη δεύτερη ώρα της ημέρας, του έτους 6961 (1453). Οι Τούρκοι άρπαξαν και αιχμαλώτισαν όσους συναντούσαν μπροστά τους, εκείνους που προσπαθούσαν να αντισταθούν τους έσφαξαν. Και η γη σε μερικά μέρη δεν φαινόταν καθόλου από τους πολλούς νεκρούς».