Οι μνήμες μιας πανάρχαιης σεκόγιας
by ΗΛΙΑΣ ΜΑΓΚΛΙΝΗΣΟ επιστήμονας στρέφει την πλάτη του προς τον κόλπο του Μόντερεϊ και κοιτάζει το ανεμοδαρμένο κούτσουρο μιας γιγάντιας σεκόγιας. Μοιάζει, όπως λέει ο συγγραφέας που περιγράφει τη σκηνή, με «ηφαίστειο σβησμένο από καιρό».
Ο επιστήμονας αγγίζει το κούτσουρο. «Πριν από χρόνια», λέει, «είχα απλώσει ένα λεπτό στρώμα κιμωλίας σε μία τομή της επιφάνειας του κούτσουρου, για να φανούν πιο εύκολα οι δακτύλιοι ανάπτυξης. Εβαλα λοιπόν τα παιδιά μου να τους μετρήσουν».
Μέτρησαν περισσότερους από 2.000 δακτυλίους. «Εναν για κάθε χρόνο ζωής του δέντρου, που προφανώς ξεκίνησε γύρω στην εποχή που γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός».
Ο ωκεανός, στο βάθος, συνεχίζει το καθησυχαστικό μουρμουρητό του, ατάραχος για όσα λέγονται, για τους χρόνους στους οποίους μεταπηδά η ανθρώπινη σκέψη.
«Αυτό το δέντρο», συνεχίζει ο επιστήμονας, «είδε το πρώτο φως του σουπερνόβα που έκανε το Νεφέλωμα του Καρκίνου περίπου εδώ», αγγίζοντας ένα σημείο στα μισά περίπου της απόστασης από το κέντρο και την περίμετρο του κούτσουρου.
Το φως του υπερκαινοφανούς αστέρα έλουσε τη Γη το 1054. Σέρνοντας το χέρι του προς τα έξω, στο άλλο μισό της απόστασης από την περίμετρο, ο επιστήμονας πέρασε πάνω από την Εποχή των Μεγάλων Ανακαλύψεων, από δακτυλίους που κατέγραφαν τα χρόνια που οι Ευρωπαίοι εξερεύνησαν και αποίκισαν την αμερικανική ήπειρο – ώσπου το χέρι του γλίστρησε στην άκρη του κούτσουρου.
Στην πορεία της δισχιλιετούς ύπαρξης της ανυποψίαστης αυτής σεκόγιας, ο γαλαξίας είχε πλησιάσει κατά πέντε τρισεκατομμύρια μίλια στον κοντινότερο σπειροειδή γαλαξία, την Ανδρομέδα. Ο Ηλιος είχε μείνει σχεδόν ασάλευτος σε αυτά τα 2.000 χρόνια στην τροχιά των 250 εκατομμυρίων χρόνων γύρω από το γαλαξιακό κέντρο. Αν αναλογιστούμε τη διάρκεια ζωής του, που είναι δισεκατομμύρια χρόνια, δεν είχε γεράσει ούτε μία μέρα.
Από τον σχηματισμό τους, πριν από 4,6 δισεκατομμύρια χρόνια, ο Ηλιος και οι πλανήτες του διέγραψαν ίσως δεκαεπτά γαλαξιακές τροχιές. Το ηλιακό μας σύστημα έχει σήμερα ηλικία δεκαοκτώ «γαλαξιακών ετών». Οταν ήταν δεκαεπτά, οι σεκόγιες δεν υπήρχαν ακόμα στη Γη. Και όταν ήταν δεκάξι, οι απλοί οργανισμοί έκαναν τις πρώτες τους διστακτικές εξόδους από τη θάλασσα για να αποικίσουν τη στεριά.
Τα ευρήματα των απολιθωμάτων δείχνουν ότι, για περίπου δεκαπέντε από τα δεκαοκτώ γαλαξιακά της χρόνια, η Γη δεν φιλοξενούσε τίποτα περισσότερο από μονοκύτταρα μικρόβια. Απουσίαζαν οι σύνθετες δομές: δέντρα, ζώα, πολύ δε περισσότερο ένας οργανισμός που να μπορεί «να λύνει διαφορικές εξισώσεις, να κατασκευάζει πυραύλους, να ζωγραφίζει τοπία, να συνθέτει συμφωνίες, να νιώθει αγάπη».
Περισσότερα στο βιβλίο «Πέντε δισεκατομμύρια χρόνια μοναξιά» (εκδ. Ροπή). Ο συγγραφέας είναι ο Λι Μπίλινγκς. Ο επιστήμονας είναι ο Φρανκ Ντρέικ.
Για περισσότερη αρθρογραφία, γίνετε συνδρομητής στην έντυπη Καθημερινή.