https://s.kathimerini.gr/resources/2020-01/gkat_27_3101_page_1_image_0002-thumb-large.jpg
Στη τελευταία συνεδρίαση υπό τον απερχόμενο πρόεδρο της τράπεζας, Μαρκ Κάρνεϊ, τα επιτόκια της στερλίνας διατηρήθηκαν αμετάβλητα.

Αναμένονται πιέσεις στην Τράπεζα της Αγγλίας για μείωση των επιτοκίων

Τελευταία συνεδρίαση του απερχόμενου προέδρου Μαρκ Κάρνεϊ, με αντικείμενο τη νομισματική πολιτική, ήταν η χθεσινή της Τράπεζας της Αγγλίας, που ήταν παράλληλα και η τελευταία πριν από την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. Η τράπεζα διατήρησε αμετάβλητα τα επιτόκια της στερλίνας, επικαλούμενη τη βελτιωμένη εικόνα που παρουσιάζει η βρετανική οικονομία μετά τις εκλογές του Δεκεμβρίου.

Ορισμένοι αναλυτές οικονομολόγοι αποδίδουν τη στάση της τράπεζας στην αισιοδοξία της ότι θα συνεχιστεί το κλίμα της αισιοδοξίας που ενέπνευσε ο εκλογικός θρίαμβος του Μπόρις Τζόνσον. Πιθανολογούν, πάντως, πως θα ενταθούν οι πιέσεις για χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής όταν η χώρα θα έχει αποχωρήσει από την Ε.Ε. και θα έχουν μεσολαβήσει οι πρώτοι κραδασμοί στην οικονομία της. Βρετανικά ΜΜΕ ερμηνεύουν, άλλωστε, τη σχετική ανακοίνωση της τράπεζας ως πλήγμα κατά της κυβέρνησης Μπόρις Τζόνσον, καθώς υποβαθμίζει περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης της βρετανικής οικονομίας στο χαμηλότερο επίπεδο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η τράπεζα εκτιμά τώρα πως φέτος το βρετανικό ΑΕΠ θα αυξηθεί μόλις κατά 0,8% ενώ η προηγούμενη πρόβλεψή της, τον Νοέμβριο του 2019, μιλούσε για ανάπτυξη 1,2%. Υποβάθμισε, άλλωστε, τις προβλέψεις της για ανάπτυξη για το επόμενο έτος στο 1,4% από προηγούμενη πρόβλεψη για 1,8% όπως και για το 2022 στο 1,7% από την προηγούμενη εκτίμηση για 2%.

Σύμφωνα με σχόλια του βρετανικού Τύπου, οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Αγγλίας φέρνουν σε δύσκολη θέση τον υπουργό Οικονομικών, Σαγίντ Τζαβίντ, ο οποίος προ ημερών δήλωσε στους Financial Times ότι θέτει στόχο φέτος ρυθμό ανάπτυξης από 2,7% έως 2,8%. Σε σχετική ανακοίνωσή της η Τράπεζα της Αγγλίας τονίζει παράλληλα πως η αύξηση της παραγωγικότητας θα επιταχυνθεί ελαφρώς, αλλά θα παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα.

Σχολιάζοντας ο Ρόμπερτ Αλστερ, στέλεχος της Close Brothers Asset Management, τόνισε πως «στο τέλος του 2019 ήταν αρκετά ευάλωτη η βρετανική οικονομία, ώστε να υπαγορεύει μια μείωση των επιτοκίων αλλά από την αρχή του 2020 υπάρχουν ενδείξεις ανάκαμψης».

Ο ίδιος υπογράμμισε πως ο προϋπολογισμός που θα παρουσιάσει τον Μάρτιο ο υπουργός Οικονομικών θα είναι καθοριστικός εφόσον θα δούμε «υποσχέσεις για δημοσιονομική στήριξη, ενώ η τράπεζα θα παρακολουθεί τα στοιχεία για να καταγράψει πώς αντιδρούν οι επιχειρήσεις όταν θα βλέπουν πώς θα διαμορφώνεται η κατάσταση μετά τη μεταβατική περίοδο».

Σύμφωνα με τον Μάθιου Κάντι, αναλυτή της Brooks Macdonald, «με την απόφαση αυτή η Τράπεζα της Αγγλίας και ο διοικητής της Μαρκ Κάρνεϊ δείχνουν να πιστεύουν τυφλά πως θα συνεχιστεί η ώθηση που έδωσε στην οικονομία η εκλογή του Μπόρις Τζόνσον». Ο ίδιος τονίζει, όμως, ότι αν η βρετανική οικονομία εξακολουθήσει να αναπτύσσεται με ρυθμούς κάτω από το μακροπρόθεσμο δυναμικό ανάπτυξης, απλώς θα αυξηθεί ο κίνδυνος να χρειαστεί πολύ μεγαλύτερη μείωση επιτοκίων μέσα στο έτος.

Στην πλειονότητά τους οι οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν, εν ολίγοις, πως χάρη στα τελευταία στοιχεία που κατατείνουν σε βελτίωση της οικονομίας ο Μαρκ Κάρνεϊ δεν υπέστη τόσες πιέσεις για μείωση των επιτοκίων. Αναμένεται, όμως, να μεταφερθεί εν μέρει η πίεση στον διάδοχό του, τον Αντριου Μπέιλι, επικεφαλής  της  Εποπτικής Αρχής Χρηματοπιστωτικών, που αναλαμβάνει επικεφαλής της Τράπεζας της Αγγλίας τον Μάρτιο, οπότε αποχωρεί ο Κάρνεϊ.