Στην τελική ευθεία η παραπομπή Τραμπ
by SHERYL GAY STOLBERG και NICHOLAS FANDOS/THE NEW YORK TIMESΕκείνο το Σαββατοκύριακο του Σεπτεμβρίου, η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόσι είχε προγραμματίσει να εκφωνήσει δύο επικηδείους, τον πρώτο στην αμερικανική πρωτεύουσα και τον δεύτερο στην Πολιτεία της Νότιας Καρολίνας. Κάποια στιγμή ανάμεσα στο βαρυφορτωμένο πρόγραμμά της, η ματιά της έπεσε στο εκρηκτικό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας The Wall Street Journal υπό τον τίτλο: «Ο Τραμπ πίεζε κατ’ επανάληψιν τους Ουκρανούς να ανοίξουν έρευνα για τον γιο του Τζο Μπάιντεν», του Δημοκρατικού τέως αντιπροέδρου των ΗΠΑ και υποψήφιου για το προεδρικό χρίσμα στις εκλογές του 2020. Αυτή, όπως εξομολογούνται συνεργάτες της, ήταν η στιγμή που θα άλλαζε ριζικά τη στάση της στο θέμα που κυριαρχεί στην αμερικανική πολιτική ζωή τους τελευταίους μήνες.
Επί μήνες, η Νάνσι Πελόσι αντι-στεκόταν στις εκκλήσεις των πιο ριζοσπαστικών στοιχείων του κόμματός της για παραπομπή του προέδρου με το ερώτημα της καθαίρεσης. Θα χρειαζόταν άλλη μία εβδομάδα μέχρις ότου δει το φως της δημοσιότητας η καταγγελία του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος (η ταυτότητα του οποίου δεν έχει αποκαλυφθεί) για το επίμαχο τηλεφώνημα του Τραμπ στον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Αυτό ήταν το γεγονός που οδήγησε τους μέχρι τότε απρόθυμους βουλευτές από τη μετριοπαθή πτέρυγα των Δημοκρατικών να πουν στην πρόεδρο της Βουλής ότι είχαν ξεπεράσει τους ενδοιασμούς τους και ήταν έτοιμοι να ψηφίσουν υπέρ της παραπομπής.
Ωστόσο, η είδηση ότι ο πρόεδρος πίεζε κατ’ επανάληψιν τους Ουκρανούς να ανοίξουν δικαστική έρευνα για έναν πολιτικό του αντίπαλο ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τη Νάνσι Πελόσι. Η πρόεδρος της Βουλής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν αναγκαίο να θέσει σε κίνηση τις διαδικασίες που θα οδηγούσαν στην παραπομπή, ενδεχομένως δε και στην καθαίρεση του 45ου προέδρου.
Την περασμένη εβδομάδα, η κ. Πελόσι έκανε άλλο ένα σημαντικό βήμα. Την Πέμπτη ανακοίνωσε ότι έδωσε εντολή στον πρόεδρο της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής να συντάξει το κατηγορητήριο βάσει του οποίου ο Ντόναλντ Τραμπ θα δικαστεί από τη Γερουσία εφόσον, όπως αναμένεται, η παραπομπή του εγκριθεί από την ολομέλεια του Σώματος. Στη δήλωσή της επέλεξε αυστηρούς τόνους, που κάποιες φορές διακόπτονταν από στιγμές συναισθηματικής φόρτισης –«μην μπλέκεις μαζί μου» είπε σε δημοσιογράφο που τη ρώτησε αν μισεί τον πρόεδρο– φανερώνοντας την πλήρη μεταμόρφωσή της από τον σκεπτικισμό στη μαχητική υπεράσπιση της παραπομπής.
Πριν από εννέα μήνες, η κ. Πελόσι είχε δηλώσει, σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Washington Post, ότι «δεν υποστηρίζει την παραπομπή» γιατί μια τέτοια εξέλιξη «θα ήταν τόσο διχαστική για τη χώρα, που δεν νομίζω ότι θα έπρεπε να βαδίσουμε σ’ αυτό το μονοπάτι, εκτός αν προέκυπτε κάτι πραγματικά συντριπτικό. Δεν αξίζει κάτι τέτοιο», προσέθεσε. Οι ηγέτες των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο υπενθύμισαν πολλές φορές το τελευταίο διάστημα αυτή την παλιότερη τοποθέτηση της προέδρου της Βουλής. Την Πέμπτη, ισχυρίστηκαν ότι τελικά υπέκυψε στην πίεση της αριστερής πτέρυγας του κόμματός της.
«Πιστεύω ότι έχασε τον έλεγχο», δήλωσε ο γερουσιαστής Τζον Κόρνιν από το Τέξας. «Τον Μάρτιο έλεγε ότι η παραπομπή δεν θα είναι επιτυχής αν δεν έχει δικομματική υποστήριξη, αλλά τώρα εγκαταλείπει τελείως αυτή τη γραμμή». Ωστόσο, η κ. Πελόσι απάντησε ότι ο πρόεδρος δεν άφησε στους Δημοκρατικούς άλλη επιλογή. «Είναι αυτός που δίχασε τη χώρα. Εμείς τιμάμε το σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών», υποστήριξε.
Στενοί συνεργάτες της εκμυστηρεύονται ότι η κ. Πελόσι δεν ήταν ποτέ ενθουσιώδης οπαδός της παραπομπής γιατί φοβόταν ότι οι μετριοπαθείς Δημοκρατικοί μπορεί να χάσουν τις έδρες τους στις εκλογές του επόμενου χρόνου και ότι η πόλωση μπορεί να πάρει απειλητικές διαστάσεις στη χώρα. Επιπλέον, θεωρούσε ότι το ψυχόδραμα της παραπομπής θα αποπροσανατολίσει από την κοινωνική ατζέντα των Δημοκρατικών: τη μείωση του κόστους των φαρμάκων, την αύξηση του κατώτατου μισθού, την καταπολέμηση της διαφθοράς και την επιβολή αυστηρότερων όρων στο θέμα της οπλοκατοχής. Οταν όμως οι ενδείξεις για την ενοχή του προέδρου συσσωρεύθηκαν, η κ. Πελόσι, έστω και απρόθυμα, πέρασε τον Ρουβίκωνα και αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις της στη διεξαγωγή των ερευνών για την παραπομπή με τον πιο αδιάβλητο και έντιμο τρόπο.
Ο λόγος τώρα περνάει στην Επιτροπή Δικαιοσύνης, η οποία θα συγκληθεί πιθανότατα τη Δευτέρα για να συντάξει το κατηγορητήριο εναντίον του προέδρου. Οι Δημοκρατικοί πρέπει να αποφασίσουν αν θα περιοριστούν στην ουκρανική υπόθεση ή θα περιλάβουν κατηγορίες για παρεμπόδιση της Δικαιοσύνης στην έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ για τη ρωσική υπόθεση. Μια πρώτη ένδειξη ήρθε από την ίδια τη Νάνσι Πελόσι την Παρασκευή, όταν δήλωσε, σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε στο Καπιτώλιο, ότι «όλοι οι δρόμοι οδηγούν στον Πούτιν». Το πόρισμα της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής, που δόθηκε στη δημοσιότητα από τον πρόεδρό της, Ανταμ Σιφ, σκιαγραφεί ένα ευρύ φάσμα παραβάσεων που θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στο κατηγορητήριο για την παραπομπή του. Οι σχετικές αποφάσεις της Επιτροπής Δικαιοσύνης αναμένονται στα τέλη της επόμενης εβδομάδας, για να περάσει στη συνέχεια η σκυτάλη στην ολομέλεια της Βουλής, η οποία θα λάβει την τελική απόφαση.
Αισιοδοξία
Οι Δημοκρατικοί, που ελέγχουν τη Βουλή, αισιοδοξούν ότι η παραπομπή του κ. Τραμπ θα περάσει εύκολα στην ψηφοφορία που θα γίνει πιθανότατα στις 20 Δεκεμβρίου, τελευταία ημέρα συνεδριάσεων του Κογκρέσου πριν από τις διακοπές των Χριστουγέννων. Ωστόσο, η όλη διαδικασία, η οποία διεξάγεται ενώ η χώρα έχει ήδη μπει σε προεκλογική τροχιά ενόψει της προεδρικής αναμέτρησης του 2020, ενέχει κινδύνους και για τα δύο κόμματα, όπως βέβαια και για τον πρόεδρο.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος Τραμπ επιμένει ότι η όλη ιστορία είναι ένα «κυνήγι μαγισσών» και μια «φάρσα» των Δημοκρατικών, που κινούν την υπόθεση της παραπομπής επειδή δεν μπορούν να τον νικήσουν διαφορετικά στις εκλογές του 2020. «Αν είναι να με παραπέμψετε, κάντε το γρήγορα», δήλωσε την Πέμπτη, μετά τις ανακοινώσεις Πελόσι, βέβαιος ότι η ελεγχόμενη από τους Ρεπουμπλικανούς Γερουσία, η οποία θα κληθεί να τον δικάσει, τελικά θα τον απαλλάξει από τις κατηγορίες.
Το μεγάλο αναπάντητο ερώτημα είναι πώς θα λειτουργήσει η διαδικασία της παραπομπής στο εκλογικό σώμα. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, μια μικρή πλειοψηφία πολιτών τάσσεται υπέρ της παραπομπής του προέδρου, αλλά στο ερώτημα αν πρέπει να καθαιρεθεί ή όχι από το αξίωμά του, το εκλογικό σώμα εμφανίζεται διχασμένο σε δύο ισοδύναμα μέρη.