https://www.newsit.gr/wp-content/uploads/2019/11/kouroumplis-768x526.jpg

Η παραδοσιακή οργανωτική δομή του ΣΥΡΙΖΑ υπονομεύει τη διεύρυνση

Οι τελευταίες δύο εκλογικές αναμετρήσεις αναδιαμόρφωσαν το πολιτικό σκηνικό, με τον ΣΥΡΙΖΑ να έρχεται δεύτερο κόμμα μετά τη ΝΔ.

by

Το ποσοστό του στις ευρωεκλογές έπεσε από το 36 στο 24%. Ωστόσο, στις εθνικές εκλογές περίπου έναν μήνα μετά, το ποσοστό αυτό ανήλθε σχεδόν στο 32%, καθιερώνοντάς τον ως έναν από τους δύο πόλους του πολιτικού συστήματος. Από εδώ και πέρα, το στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία είναι εάν θα αρκεστεί στον ρόλο ενός αντι-δεξιού αθροίσματος δυνάμεων ή αν θα τολμήσει να μετουσιωθεί σε πλατιά παράταξη δημοκρατικού πατριωτισμού που θα κομίζει πρόταση διακυβέρνησης θετική, προοδευτική και υλοποιήσιμη. Αυτή η μεταμόρφωση κατά τη γνώμη μου απαιτεί τόλμη πολιτική, αλλά πρώτα απ’ όλα οργανωτική.

Η επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται από την απάντηση σε συγκεκριμένα ερωτήματα, τα οποία πρέπει να απασχολήσουν το Συνέδριο του κόμματος:

Με δεδομένο τον σαφή δημοκρατικό και αριστερό προσανατολισμό μας, πώς θα υπερβούμε τους πολιτικούς αποκλεισμούς, πώς θα απαλλαγούμε από τους κομματικούς σοβινισμούς, αποτρέποντας ταυτόχρονα τη σύσταση προσωπικών μηχανισμών;

Ποιο πρέπει να είναι το οργανωτικό μοντέλο, το κομματικό καταστατικό και το τεχνολογικό υπόβαθρο του νέου φορέα, ώστε να προσελκύσει, να συμπεριλάβει και να αξιοποιήσει α) νέα στελέχη με κοινωνική αναφορά σε τοπικό κι επαγγελματικό επίπεδο, β) ενεργούς πολίτες, ανεξάρτητα αν αυτοπροσδιορίζονται ως αριστεροί, κεντρώοι, σοσιαλιστές, οικολόγοι ή ανένταχτοι γ) το ένα και πλέον εκατομμύριο ανθρώπων της διαχρονικής εκλογικής αποχής;

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η παγκόσμια τεχνολογική τάση και η εγχώρια δημογραφική τάση είναι αντίρροπες και αυτό γεννά μια σημαντική οργανωτική πρόκληση. Ποια είναι η οργανωτική δομή και η τεχνολογική υποδομή που ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες τόσο της νεολαίας, σημαντικό μέρος της οποίας μάλιστα έχει αποδημήσει, όσο και της γηράσκουσας πλειονότητας του πληθυσμού της χώρας; Ο προβληματισμός αυτός πιθανόν να οδηγήσει το κόμμα στην ανάληψη πρωτοβουλιών εσωτερικής τεχνολογικής επιμόρφωσης.

Οφείλουμε επιτέλους να διδαχθούμε από λάθη, ειδικά από εκείνα που επαναλαμβάνουμε. Οι ήττες του 2014 και του 2018 στις αυτοδιοικητικές εκλογές οφείλονται πιστεύω σε μια λογική απαρέσκειας προς τις συμμαχίες και ως έναν βαθμό σε εμμονή στα ίδια πρόσωπα. Για αυτές τις ήττες εκκρεμεί η ανάληψη ευθυνών καθώς και μια συντεταγμένη κι εποικοδομητική αυτοκριτική. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι χωρίς ισχυρή παρουσία στους κοινωνικούς θεσμούς ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ένα κόμμα χωρίς θεμέλια. Οι νομαρχιακές επιτροπές πρέπει να διευρυνθούν. Πρέπει να συσταθούν τοπικές επιτροπές συνεδρίου με πρόσωπα ευρύτερης αποδοχής που θα πιστεύουν στη διεύρυνση και δεν θα την υπηρετούν ανόρεχτα. Και βεβαίως οι τοπικές επιτροπές δεν μπορεί να οικογενειοκρατούνται, ούτε μπορεί στελέχη τους να εργάζονται σε γραφεία βουλευτών της ίδιας περιφέρειας. Το νέο καταστατικό πρέπει να περιέχει δικλείδες ασφαλείας ως προς τις υποψηφιότητες, όπως το ασυμβίβαστο του να είναι ο συντονιστής μιας νομαρχιακής υποψήφιος βουλευτής στην ίδια περιφέρεια.

Θεωρώ χρήσιμη τη συγκρότηση μιας ομάδας στελεχών που δεν εκδηλώνουν προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, στην οποία θα ανατεθεί η προσέγγιση καταξιωμένων επαγγελματικά και κοινωνικά στελεχών του ευρύτερου προοδευτικού χώρου, στο κέντρο και την περιφέρεια. Ταυτοχρόνως, το νέο καταστατικό πρέπει να ενθαρρύνει την πολυφωνία, να καθιερώνει την εσωκομματική δημοκρατία αλλά και να προφυλάσσει από κάθε διολίσθηση του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα αρχών σε κόμμα μηχανισμών. Όλα τα παραπάνω πρέπει να απαντηθούν μέσα από πολιτικές διεργασίες, απροκατάληπτο διάλογο, χωρίς ενοχοποίηση των διαφορετικών απόψεων.

Στόχος πρέπει να είναι η καλλιέργεια οργανικής και αμφίδρομης σχέσης του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνία. Όπου ο δημοκρατικός κόσμος αγωνίζεται και αγωνιά, όπου πονά κι όπου ελπίζει, το κόμμα πρέπει να είναι παρών με οργανωμένες παρεμβάσεις ευρείας αποδοχής. Να έχουμε πάντα κατά νου ότι θα πρέπει να είμαστε αδιαπραγμάτευτα κόμμα δημοσίων δράσεων και όχι δημοσίων σχέσεων.